Ι
Φτεροῦγες ἀνοιχτές δίχως πέταγμα
ἀνήσυχες κινήσεις δίχως σάλεμα.
Ἀγκυλωμένα τά μέλη, ξεραμένα
τά βλέμματα. Ἀπʼ τά μισάνοιχτα
ράμφη στάζει βαριά ἡ σιωπή.
Πίσω ἀπʼ τή γυάλινη πόρτα
ἔχει παγώσει ὁ χρόνος.
Ποῦ πῆγε ἡ μουσική τόσων
κελαϊδημάτων; Τό θρόισμα τόσων φτερῶν;
Μάταιη τῶν χρωμάτων ἡ χλιδή
καί τό μελετημένο ζύγιασμα τῶν στάσεων.
Μʼ ὅλο τό στολισμό τοῦ προσωπείου
σʼ ἀναγνωρίζω, παντοκράτορ Θάνατε.
Ἐσύ ʼσαι ὁ συνθέτης τῆς ἀπόλυτης σιγῆς
ἐσύ ὁ γλύπτης τῆς πιό τέλειας ἀκινησίας.
(Γιώργης Μανουσάκης, Ταριχευτήριο πουλιῶν καί ἄλλα ποιήματα, Οἱ Ἐκδόσεις τῶν Φίλων,1978)
βλ. και Ποιείν
http://www.poiein.gr/archives/11481/index.html
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου