Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011
Θοδωρής Ρακόπουλος, "Μπαλάντα για τους συνοριοφύλακες"
Εκείνος κάθησε ολόκληρος, βαρύς, και σήκωσε το
χέρι να καλέσει πίσω από τον πάγκο το γνωστό
κορίτσι. Ένιωθε, γυρνά και λέει στον σύντροφό του,
σαν ξαφνικά από μέσα νά’βγε ένα ζώο που είχα ξεχάσει νηστικό
για μέρες – με αρπάζει και μου ψιθυρίζω: «άκουσέ το»:
(Σιώπησε. Έριξε μια ματιά στο μαγαζί, στο διάκοσμό του)-
«το συρματόπλεγμα πιο πάνω ανέβασέ το»,
άκουσα να μου λέει. Η κρύα υφή στο δέρμα από μπουκάλι,
τον έκοψε. Κοιτά τριγύρω: ξεδοντιάρικα χαμόγελα. Η πρώτη
γύρα Amstel κερασμένη, κάν’ η γκαρσόνα, κάπως μηχανικά.
Κάθεται πάνω σε στοίβα ρούχα ματωμένα. Εκείνος άρπαξε το
μανίκι απ’το κορίτσι. Οι τέσσερείς τους τώρα. Έξω, κρότοι
και φωνές ακούγονται απ’το χιόνι ησυχασμένα, επαναληπτικά:
«Το συρματόπλεγμα πιο πάνω ανέβασέ το».
Εκείνος έκλεισε το μάτι (το καλό του) στον κόσμο ολογύρα,
να δείξει πως όλοι (έξω και μέσα) σαν Εκείνον μοιάζουνε.
Ο σύντροφός του θυμήθηκε τη λάσπη, το αίμα: «τίναξέ το,
τίναξέ το». Δεν μίλαγε. Μετά πήρε να σκέφτεται πώς έπαιξε το
Άρσεναλ-Μίλαν. Η γκαρσόνα έσυρε απ’το μπαρ μια γύρα
ακόμη. Ο άλλος (ο τέταρτος), δεν είχε αγγίξει διόλου μπύρα,
θυμόταν μόνο πότε άκουσε πρώτη φορά να κράζουνε
«Το συρματόπλεγμα πιο πάνω ανέβασέ το».
Κι εκεί είχε μείνει. Τέταρτος. Ξαναχιονισμένα μίλια εμπρός του.
Τα ρούχα του συνέχισαν, μέσα στη λάσπη, μέσα στο αίμα,
μ’ Εκείνον, με τον σύντροφο, την Άρσεναλ, το βλέμμα
νηστικού ζώου που ψιθύρισε, πατώντας το λαιμό του,
«Το συρματόπλεγμα πιο πάνω ανέβασέ το».
___
βλ. Τεφλόν τχ. 4 και http://ekebi.wordpress.com/2011/09/05/1-3/
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου