Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013
Βασίλης Αμανατίδης, "ΑΦΙΕΡΩΝΩ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΦΕΥΓΩ ή ΔΙΑΚΕΚΟΜΜΕΝΟΣ ΑΣΥΡΜΑΤΟΣ ΜΙΛΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ'
Notre voyage a nous est entierement
imaginaire. Voila sa force.
L. F. CELINE
«Ανακεφαλαιώνω, λοιπόν, από εδώ:
Σε ποιους αφιέρωσα ποιήματα πενήντα χρόνια τώρα,
ποιοι τα κατοίκησαν σαν Κυψέλη-Ύδρα-Πόρο,
ποια ονόματα με ευλόγησαν με παρουσίες-κεριά-φυλαχτά…
Μα τον χαλασμένο μου αυτόν ασύρματο
μιλήστε τον με χρονολόγια στόματα εσείς
–αφού στόμα εδώ δεν έχω πρόχειρο,
μα ούτε και χρόνο πια:
1945: αφιερώνω, α, ναι, θυμάμαι, στη Λησμονημένη και στον Θάνο.
1948: στον Νίκο Εγγονόπουλο αφιερώνω τον «Νεκρό της ζωής μας Ιωάννη Βενιαμίν δ’ Αρκόζι». Μα και σε Ανδρέα Εμπειρίκο, Οδυσσέα Ελύτη, Γιώργο Λίκο.
1952: σε Γιώργο Μαυροΐδη, Νίκο Γκάτσο.
1956: Θ. Ι. Ρούσσο, Ν. Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Θάνο Κωνσταντινίδη (ξανά;)
(Διακοπή ασύρματου το ’58: τα «Φάσματά» μου είμαι μόνο εγώ, ας μην τ’ αφιερώσω κάπου. Παρά μόνο ίσως στη Μαρία, παρά μόνο ίσως στη Σοφία.) Επιστρέφω.
1960: με μικρή αναφορά στον Modigliani. Αφιερώνω: σε Ε. Χ. Γονατά, Χ. Ν., μνήμη Guillaume Apollinaire, στην Τατιάνα Milliex.
1962: σε Νόρα Αναγνωστάκη, Αλέξη Φασιανό, Εύα Μυλωνά, Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη.
(Το ’64, η «Σφραγίδα» μου είμαι πάλι εγώ, κι ας μην αφιερώσω. Ας διακόψω, μάλιστα, χρόνια πολλά –επτά.) Μα θα επιστρέψω.
1971: αφιερώνω στη Γιάννα όλο το «Σκεύος». Μα και στην Εύα Περσάκη. «Στον Ντύλαν Τόμας» σεμνή ομότιτλη ωδή. Κι ένα στη μνήμη Γιώργου Μακρή. Εκεί και ο Αύγουστος Στρίντμπεργκ σε στίχο καταληκτικό, κι o Ζακχαίος στο ομότιτλο (ποιος όμως ήταν; –πια δεν θυμάμαι), όπως και ο Ισαάκ Μπράιτον ο ασυρματιστής. Αλλά και στον Κυριάκο Ρόκο, μα και για τον «Μότσαρτ» ποίημα ομότιτλο. Ώσπου ξανά μεγάλη διακοπή –έτη εννιά.
1980: όταν «ο Άγγλος ζωγράφος και ποιητής Dante Gabriel Rossetti γράφει με το χέρι μου ένα ποίημα», κι ύστερα γράφω και εγώ ένα πάλι για τον «Φίλο μου Γιώργο Μακρή».
1986: όπου συμφωνώ με Φρειδερίκο Νίτσε στα «Εκτοπλάσματα» (ότι: - Α: Όλο και περισσότερο ξεμακραίνεις από τους ζωντανούς΄ γρήγορα θα σε σβήσουν από τους καταλόγους τους! - Β: Μόνο μ’ αυτό το μέσον έχεις κι εσύ το προνόμιο των νεκρών - Α: Ποιο προνόμιο; - Β: Να μην πεθάνεις πια!.) Όμως την ίδια χρονιά, πληθώρα ονομάτων (πληθαίνουν οι φίλοι φαίνεται, όσο ξεμακραίνεις): ένα ποίημα στον Χρήστο Μπράβο, λίγοι στίχοι για τον Ντύλαν Τόμας με αναμμένο κόκκινο κερί στο στόμα, μα και στη Γιάννα αφιέρωση και πάλι, στον Γεράσιμο Σκλάβο ποίημα πεντάστιχο, εξάστιχο για τον Franz Kafka, κι ύστερα για τα ψάρια και τον Kafka πάλι και πάντα, ένα για τον άγνωστο Χ., μα κι ένα ποίημα για τον Πόρο με συνοδοιπόρους Holderlin, Charles Cros, Σκλάβο ξανά, Καχτίτση, Ιωάννου, Μέλπω Αξιώτη, Αλεξάνδρου και τόσους άλλους. Και μετά, ένα για τον υπέροχο Πόρο, παρέα με Ανδρέα Εμπειρίκο. Μα και για την έναρξη της επίσκεψής μου στον Πειραιά, στην Οικογένεια Κ.
1990: αφιερώνω ποίημα στον Roger Milliex, και γράφω ένα ακόμη για τον Κάφκα και τον Dylan Thomas στον Μεγάλο Καθρέφτη. Και «ακόμα για τον Kafka» ποίημα πολλοστό μα τελευταίο. Αλλά κι ένα ταιριαστό για Αρθούρο Ρεμπώ, και ένα για τη Lynne. Στην Ελένη Κωνσταντινίδη, «τα λυπημένα Χριστούγεννα των ποιητών», που θα πει: υπέρ Διονυσίου Σολωμού, Νίκου Εγγονόπουλου ξανά, μα και Μπουζιάνη, Σκλάβου για τρίτη φορά, Καρυωτάκη, Σκαλκώτα. Μα και για τον Ιησού Χριστό, τον Καραγκιόζη, για τον Ιάπωνα γιατρό Φου-μί, που υπάρχει-δεν υπάρχει, για το λιοντάρι που μου άνοιξε τελικά την πόρτα στην οικία της Οικογένειας Κ., καθώς και για την κυρία Ε. –μία πραγματικά άτυχη κυρία. Αλλά και για τον Διάβολο, δηλαδή για τον Θεό. Κι αφιερώνω πια προπάντων σε νεκρούς, μη μένουν τα φαντάσματα ορφανά ποιημάτων. Έκτοτε, καθώς όλο κοντεύω…
1996: ποίημα εις μνήμην Άρη Κωνσταντινίδη. Ένα σε Αλέκο Φασιανό. Ένα για τον Χεμινγουέι (ας το πάρει ο Βασίλης Συρμόπουλος), για Νίκο Καρούζο (ας μην το πάρει κανείς), κι ένα στη Μάγδα για τον Κύκλωπα, γιατί «είν’ οι προσπάθειές μας / των συφοριασμένων΄ είν’ οι προσπάθειές μας, / σαν των Τρώων.», που είπε ιδανικά κι ο ίσως αγαπητός Καβάφης. Και τότε πάλι ξανά, «Ποίημα αφιερωμένο στον φίλο μου Θάνο Κωνσταντινίδη» –κείνο που μιλά για τους αυτόχειρες Καρυωτάκη, Παβέζε, Τραϊανό. Μα κι ένα για την Κυρά-Κατίνα –υπάρχει-δεν υπάρχει. Και εις μνήμην της αυτόχειρος Λ.Ι. Μα κι ένα ποίημα στην Πέμα. Ονόματα, ονόματα…: που υπάρχουν και τα γράφω ή αφού τα γράφω υπάρχουν. Κι ύστερα πια, μία μικρή πράξη μόνο, τελευταία…
1998: που αφιερώνω, στη Γιάννα πάλι –καταληκτικά– όλα τα ρολόγια που γύρισαν ανάποδα. Μα και ένα μικρό ποίημα εις μνήμην Χ.Ν., κι άλλο ένα στον Γιώργο Στενό. Κυρίως, όμως, θυμάμαι πια κείνο το ποίημα για την τρομερή «Οικογένεια Στουπάθη», μα και για τον χειρότερο εχθρό μου: τον κύριο με το γκρίζο κοστούμι. Επειδή: «This dust / was Gentlemen and Ladies», όπως θαυμάσια συνόψισε και η Emily Dickinson (στίχο που θα έγραψε καθισμένη στο γραφείο της, φορώντας το άσπρο φόρεμά της, που συγκρατούσε –λέω– ακόμη μέσα του καλά τη μέλλουσα στάχτη σάρκα.) Αυτά ήτανε λοιπόν. Δεν έχει άλλα ονόματα. Μετρήσατε, άραγε, σωστά; Πόσο βαθιά σάς βάφτισαν τα χείλη σας οι στάχτες;
Γιατί μετά, καθώς μου είπαν,
χαλάει ξαφνικά ο ασύρματος,
τέλειωσαν σε μένα φίλοι κι άνθρωποι,
και μείναν μόνο κάτι ονόματα σαν σκόνη γύρω:
σήματα morse, σήματα morts…
Φυσήξτε τώρα από πάνω μου
τη μαύρη γύρη τους
να φύγω».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου