Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Έφη Ζουμπούλη, Δύο χαϊκού"


Τέσσερις κλόουν
Φορτώθηκαν στους ώμους
Τη νεκροφόρα
__

Δυο κουπιά
Ακουμπισμένα δίπλα
Σ' ένα κρεβάτι

___
βλ. περ. Οδός Πανός, τχ. 152-153, Απρ.-Σεπτ. 2011

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

Γιάννης Γκούμας, "Η φωτογραφία του Γιαννάκη"


Να μια φωτογραφία του μικρού Γιαννάκη,
βγαλμένη σαν επιχειρούσε τα πρώτα του βήματα σε μια ζωή
όπου ασχέτως προς τα πού θα όδευε
στο παρελθόν του θα κατέληγε.
Κάθε του βήμα και μια αναρώτηση
αναπάντητη κάτω από την πατουσίτσα του.
Πολύ πιθανόν να τσούγκρισε τα ποδαράκια του
καθώς κατευθυνόταν προς της μητέρας του
το αρ ντεκό σκαμπό
στο οποίο τον βλέπουμε τώρα εδώ να στηρίζεται -μια τούφα μαλλιά
που σγουρή υψώνεται προς μέχρι τούδε ανέκφραστα
επώδυνα α, πεπλατυσμένα ω και πνιγηρά ι.
Σε τούτη τη φωτογραφία, ο Γιαννάκης θα είναι πάντα
αυτό που πάντα ήταν: μια ντελικάτη σιλουέτα
που οδεύει προς ένα διαυγές μέλλον, το μέλλον
προοιωνίζεται τόσες χάρες όσες και τα σύννεφα,
και τίποτε ποτέ δεν είναι κάτι άλλο,
τα πάντα είναι αυτό που νομίζεις πως είναι.
Πέρα από την κορνίζα, τίποτα δεν υπάρχει στον εαυτό του
που θα ανακαλύψει αυτό που δεν γνωρίζει εντός του.
Η κορνίζα δεν ορίζει ένα άλλο σύνορο ζωής.
Ετούτη η φωτογραφία μάς έχει καθηλώσει στην απορία της.
Η χάρη και η αθωότητα που απεικονίζει
είναι μαρτύρια ψυχής και σώματος όλη του τη ζωή,
κι η αντοχή τους, αντοχή του θανάτου.
___
βλ. και http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=276831

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Philip Larkin, "Γιατί σε ονειρεύτηκα χθες βράδυ;"


Γιατί σε ονειρεύτηκα χθες βράδυ;
Τώρα το πρωινό σπρώχνει πίσω τα μαλλιά με γκρίζο φως
Μνήμες αστράφτουν στο σπίτι, σαν χαστούκια στο πρόσωπο·
Στηριγμένος στον αγκώνα, ατενίζω τη χλωμή ομίχλη
Πέρα από το παράθυρο.

Τόσα πράγματα που νόμιζα ξεχασμένα
Επιστρέφουν στο μυαλό μου με πρωτόγνωρο πόνο:
-Σαν γράμματα που φτάνουν με αποδέκτη εκείνον
Που άφησε το σπίτι πριν από τόσα χρόνια.


___
μτρφ. Άννα Νιαράκη
βλ. και http://toparathyro.wordpress.com/2011/03/07/philip-larkin-%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%84%ce%af-%cf%83%ce%b5-%ce%bf%ce%bd%ce%b5%ce%b9%cf%81%ce%b5%cf%8d%cf%84%ce%b7%ce%ba%ce%b1-%cf%87%ce%b8%ce%b5%cf%82-%ce%b2%cf%81%ce%ac%ce%b4%cf%85/

Ζαχαρίας Στουφής, "Μεγάλη ποίηση"


Από τότε που διορίστηκα ταξιθέτρια του χάους
δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ καθόλου με την ποίηση.

Εσείς όμως, οι νεο-μυημένοι στη γραφή
και εσείς οι ακούραστοι διώκτες της σιωπής
είναι καιρός, νομίζω, να γράψετε τα αδιάβαστα ποιήματα.
Δεν θα τα τραγουδήσουν οι γενιές που δεν θα ʼρθούν
θα παραμείνουν σε βιβλία κλειστά όταν
οι σαβάνες θα πολιορκούν τα τσιμέντα.
Στο ενδεχόμενο ενός οριστικού τέλους
να γίνετε οι πιο μάταιοι προφήτες
(αφού κανένας δεν θα υπάρχει για να σας δικαιώσει)
γράφτε την ατραγούδιστη και ύστερη κατάσταση

___
βλ. Ποιείν:
http://www.poiein.gr/archives/13568/index.html

Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Πέτρος Γκολίτσης, "Στοά νυχτερινή ή Μίλτος Σαχτούρης"


Σας περίμενα
παρακαλώ περάστε
να προσέχετε
καθώς θα κατεβαίνουμε

Μιλήσαμε με στίχους
με κίτρινα βεγγαλικά
και περιστέρια σκύλους
με στίχους του που χάθηκαν
του απαντούσαμε
μας έλεγε δικούς μας
κυρίως τους μελλούμενους
καταλαβαίναμε πως είμαστε εμείς
Στο τέλος μόνο φάνηκε
πως ήμασταν με τους νεκρούς
πως ήταν πάλι μόνος
Πάνω σ' αυτό δυνάμωνε η φωνή του
«Το ήξερα από την αρχή
μα δεν στεναχωριέμαι
-έφευγε στο βάθος-
έχω εδώ -να- δίπλα συντροφιά
τον φίλο μου τον ποιητή
τον Dylan Thomas
έρχεται κάθε τόσο να με δει
του ψήνω ελληνικό καφέ
στεκόμαστε
και δεν μιλάμε».


___
βλ. "Βιβλιοθήκη" Ελευθεροτυπίας, 7/5/2011
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=273132

Γιάννης Ρίτσος, "Ω ανήμπορο ποίημα"


Ω ανήμπορο ποίημα
ανήμπορο ανήμπορο
ατελέσφορο.
Οι νεκροί
δεν ανασταίνονται.
Υπάρχουν.


___
Γιάννης Ρίτσος, Τα χάρτινα (1970-1974)

Τάσος Φάλκος, "Το λευκό"


“Μάνα πολύ μʼ αρέσει το λευκό
το φόρεμα μου τα λευκά φτερά”
έλεγε το λευκό κορίτσι
που δεν επρόλαβε να παντρευτεί

Ομως η μάνα του θυμάται
εκείνο το λευκό ξωκλήσι
τον ασβέστη
που τρύπαγε τα μάτια με καρφίτσες
άδειο ξωκλήσι
λεηλατημένο
που σκότωνε με τʼ άσπρο τα πουλιά


_____
Τάσος Φάλκος, Σχεδιάσματα με φως, εκδ. Ζήτρος, 2005

Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

Hλίας Κεφάλας, "To βράδυ"


Πέφτει νωρὶς τὸ βράδυ.
Σιωπὲς, κίτρινα φύλλα καὶ στάσιμα νερὰ
ναρκώνουν τὸν κάμπο.
Οἱ δρόμοι ἔρημοι.
Στὶς ἐσοχὲς τοῦ ὕπνου τὰ πουλιὰ
κρύβουν τὸν φόβο τους.
Ἄνθρωποι κουρασμένοι
δοκιμάζουν τὶς ἀντοχές τους
μέσα σὲ φευγαλέα ὄνειρα.

Πέφτει νωρὶς τὸ βράδυ.
Τὰ χρόνια πάντα στὸν κατήφορο κυλοῦν.
Περπάτησα καὶ ξαναπερπάτησα
χωρὶς νὰ φτάσω πουθενά.
Τόσο μόνος μέσα σὲ μιὰν ἀπέραντη ἐπικράτεια
ἀπὸ μεγάλες σιωπές,
κίτρινα φύλλα
καὶ στάσιμα νερά.

Πέφτει νωρὶς τὸ βράδυ.
Σὲ λίγο θὰ εἶναι μόνο βράδυ.

___
(Hλίας Κεφάλας, Το δέντρο που έγνεθε τη βροχή και τραγουδούσε, Ροές, 2010)

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Τζων Μπέρρυμαν, "ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ 14"


Η ζωή, φίλοι, είναι βαρετή. Αυτό δεν πρέπει να το λέμε.
στο κάτω κάτω, ο ουρανός λάμπει, η απέραντη θάλασσα επιθυμεί,
εμείς οι ίδιοι λάμπουμε κι επιθυμούμε,
κι επιπλέον η μάνα μου σαν ήμουνα παιδί μου είπε
(επανειλημμένα) «Άμα ομολογείς ότι βαριέσαι
σημαίνει ότι δεν έχεις

Ψυχικά Προσόντα.» Καταλήγω λοιπόν τώρα πως δεν έχω
ψυχικά προσόντα, αφού βαριέμαι του θανατά.
Οι άνθρωποι μου φέρνουν πλήξη,
η λογοτεχνία μου φέρνει πλήξη, κυρίως η υψηλή λογοτεχνία,
ο Χένρυ μου φέρνει πλήξη, με τα χάλια και τον κοιλόπονό του
ίδιος με τον αχιλλέα,

που λατρεύει τους ανθρώπους και την θαρραλέα τέχνη, που με πλήττει.
Και οι γαλήνιοι λόφοι, και το τζιν, σκέτη ανία
και με κάποιον τρόπο ένας σκύλος
που έχει φτάσει μαζί με την ουρά του αξιοσημείωτα μακριά
στα βουνά ή στην θάλασσα ή στον ουρανό, αφήνοντας
πίσω: εμένα, της ουράς κούνημα.


____
Τζων Μπέρρυμαν, Ποιήματα, μτφρ. Γ. Λειβαδάς, εκδ. Ηριδανός, 2010