Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Γιώργος Αλισάνογλου, "Το κάδρο ή κλιμακωτή πτήση φλαμένγκο τεσσάρων τετάρτων (4/4) σε μια οκτάβα κι ένα ημιτόνιο"


Τι υπαινίσσεται η Ντο;
φτερό άγριου φλαμένγκο
Τι ευαγγελίζεται η Ρε;
την παιδική ηλικία
Τι υπαινίσσεται η Μι;
το Βόρειο Σέλας - ή επικείμενο πέταγμα
Τι ευαγγελίζεται η Φα;
η Γη μπαλαντζάρει από τη μια ή την άλλη μεριά
Τι υπαινίσσεται η Σολ;
το Κλειδί - πουλί/ το ράμφος ραγίζει το αυγό
Τι ευαγγελίζεται η Λα;
το Big Bang/ η Γη σπάει - το πουλί έξω από τ' αυγό
Τι υπαινίσσεται η Σι;
το πουλί μαθαίνει να/ σχεδόν πετάει - απουσία ατμόσφαιρας
Τι ευαγγελίζεται η Ντο;
κρεσέντο πτήσης/ τα φτερά ακινητοποιημένα στην ύστατη προσπάθειά τους
(πάλι από την αρχή) - υστερόγραφα πτήσης
Τι υπαινίσσεται η Φα#;
φτερό σε slow motion κίνηση πέφτει/ αγγίζει τη δεξιά πλευρά της γης
Τι ευαγγελίζεται η Σολ;
Η σκηνή απαθανατίζεται/ το κάδρο - ουρανός/ η Γη χάνει ύψος/ το πουλί όλο ανεβαίνει/ υψώνεται σε μια θέση που επρόκειτο να διατηρήσει για πάντα.
[Ποτέ πριν/ κανένα πουλί/ καμιά Γη/ δεν θα/ δεν διατήρησε/ τη θέση - κάδρο 4x4/ για πάντα]
Υπαινιγμός σε τζαζ - flamenco sketches
Ευαγγελισμός στη Σιωπή


(Γιώργος Αλισάνογλου, Βιβλιοθήκη Ελευθεροτυπίας, αρ. φυλ 627)

βλ. και :

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=30/10/2010&id=217910

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Νάνος Βαλαωρίτης, "Έκπληξη"


Δεσπόζει στο λόφο της καρδιάς η ιδέα
Ότι θα 'μαστε για πάντοτε κλεισμένοι εδώ
Γι' αυτό παράγγειλα να 'ρθει ο κλειδαράς
Να' ρθει αυτός ο μασκαράς να χτίσει
Τον άνεμο και τη βροχή επάνω στη σκεπή
Παράγγειλα να 'ρθει μια ράφτρα
Με βελόνα και κλωστή να ράψει
Εμένα στο κρεβάτι μου
Τη μύγα στο ταβάνι
Τη λάμπα στο χαρτί
Τα λόγια μες στο στόμα
Και του ήλιου την ανταύγεια
Στα πυρρόξανθα μαλλιά της.

(Νάνος Βαλαωρίτης, 'Ηλιος ο δήμιος μιας πράσινης σκέψης, εκδ. Καστανιώτη, 1996)

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Δημήτρης Λαμπρέλλης, "Τα πουλιά της μνήμης"


Τα ίδια και τα ίδια
κάθε βράδυ.
Τα χέρια μου
δεν αντέχουν
να κρατήσουν
το σκοτάδι.

Γι᾽ αυτό
κάθε πρωί
ξυπνώ
της μνήμης μου
τη μικρή καρδερίνα
Κι ένα σπίτι
της δείχνω
γεμάτο τραγούδια
– Εκεί μένει,
της λέω
το φως.


__________

(Δημήτρης Λαμπρέλλης, Το αίμα των ονείρων, Ίκαρος, 2010)

Παύλος Παρασκευαΐδης, "Ένας θάνατος αξιοθέατος"



Τα τελευταία γλαροπούλια είχαν αναχωρήσει
πριν χρόνια, με σηματωρό τη Σελήνη.
Τον περασμένο μήνα πέθανε ο χρόνος.
Μονάχα κάτι περίεργα μάτια είδα
να κοιτούν το πτώμα του σαν αξιοθέατο.
Γιʼ αυτήν την αθανασία ψάχναμε τόσους αιώνες;

(Ανθολογία Νέων Ποιητών «Συνθέσεις», εκδ. Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2006)

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Τόλης Νικηφόρου, "ουτοπία αναρχικού λούστρου"


κάθεται σταυροπόδι σ’ ένα σύννεφο
βουτώντας το πινέλο του
στο κασελάκι με τα χρώματα
το κασελάκι με τις λέξεις
με τον τζιλά και τ’ άλλα εκρηκτικά
και βάφει κόκκινα τα υποδήματα
κάθε περαστικού θεού
κόκκινο κόκκινο και μαύρο
ένα παιδικό μπαλόνι

με την απρόσεχτή του κίνηση
τα θαμπωμένα μάτια του
από του ήλιου την εγγύτητα
τα πάντα κάποτε αναποδογυρίζουν
και τότε στάζει ο ουρανός
μυριάδες άστρα

______________
βλ. και ποιείν
http://www.poiein.gr/archives/11726/index.html

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

Γιάννης Βούλτος, "Κυριακή στο γήπεδο"


Μπήκα στο κατάμεστο γήπεδο
Στην εξέδρα των επισήμων
Παντού σιωπή
Κοιτάζω τριγύρω
Οι φίλαθλοι νεκροί
Οι παίχτες σκοτωμένοι
Τριάντα χιλιάδες κουφάρια
Μόνος εγώ ζωντανός
Άρχισα να φωνάζω
Συνθήματα

_______

βλ. και ποιείν
http://www.poiein.gr/archives/2753/index.html

Αθανασία Δανελάτου, "Xwra"


Ζω στη χώρα των ιαχών
εκεί που ο ψίθυρος έχει χάσει το μέτρο του
κι η αλήθεια μπουσουλά και πνίγεται στα σάλια της.

Τα δάκρυα περισσεύουν μονάχα στους τρελαμένους
κι οι γνωστικοί μετρούν τις κρίσεις με την μεζούρα
των στατιστικών επαναλήψεων

Η χώρα τούτη είναι γεμάτη τάφους.
Κάποτε μοιάζαν περιβόλια που παίζανε παιδιά
και μάθαιναν το βήμα τους σκοντάφτοντας .
Σήμερα δεν μοσχοβολούν λουλούδια και τα μάρμαρα
δεν αντανακλούν την ζωή που περιμένει

Oι μοναδικοί της ζωντανοί, οι νεκροί, πεθαίνουν μέσα στη λήθη
και κανείς δεν θυμάται τα ονόματά τους
Τα παιδιά δεν έχουν πια ποιούς ν’ αγαπήσουν
Ούτε και τόπο να κλάψουν ελεύθερα

Όσο μεγαλώνω συρρικνώνομαι, το δέρμα μου γίνεται
αδιάβροχο με πιέτες σολέϊγ και το χαμόγελό μου φθοριούχο
τα Σάββατα βάζω πλυντήριο, γράφω στίχους
και περιφέρομαι στα δωμάτια με μια ρόμπα μελιτζανί μέχρι να νυχτώσει

Ακούω τη Δέσπω Διαμαντίδου να τραγουδά στίχους του Γκάτσου
Ύστερα κλαίω αναίτια, που σημαίνει ότι το κατευναστικό της ενηλικίωσης
δεν λειτουργεί καλά στον οργανισμό μου και πώς το κουτί με τα θαμμένα γυαλένια
κανείς μας δεν το βρήκε ευτυχώς

Αυτό που αύριο θα βρω τη δύναμη να πω στα παιδιά θα είναι ένα τραγούδι με πέτρες στο στόμα
Να σκάει σαν κύμα αφρισμένο πάνω σε βράχια δίγλωσσα και να φτύνει αργότερα ανάμεσα στα βλέφαρα του κύκλωπα που κοιμάται στην προθήκη ενός πολυκαταστήματος
Down down down town

________


(το ποιήμα το απήγγειλε η ποιήτρια στην Πάτρα με αφορμή την παγκόσμια ημέρα ποίησης)

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Μάνος Ορφανουδάκης, "Γυάλινη σχεδία"


Τραβήχτηκε πάλι πριν τελειώσει
δεν ήθελε μπελάδες -αρκετούς είχε ως τώρα-
γύρισε πλευρό και κοιμήθηκε.
Δίπλα του η νεκρή γυναίκα σκούπισε το στήθος της,
έσβησε το φως και ξάπλωσε.
Σε λίγο άρχισε ξανά να ζει το ταξίδι της φυγής της
στη γυάλινη σχεδία κάτω απ τον ουρανό με τα δύο φεγγάρια.

_______

βλ. ποιείν:
http://www.poiein.gr/archives/11281/index.html

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Ίνγκεμποργκ Μπάχμανν, "Απόδειξη για το τίποτα"


Ξέρεις, μητέρα, όταν τα μήκη και τα πλάτη
τον τόπο δεν θα αναφέρουν, πως τα παιδιά σου
από την σκοτεινή γωνιά του κόσμου θα σου γνέφουν;
Σταματάς, όπου οι δρόμοι περιπλέκονται
και διαθέσιμη είναι η καρδιά σου για όλους τους άλλους.

Δεν αντέχουμε πολύ, πετάμε εδώ κι εκεί τα έργα μας
και κοιτάζουμε πίσω. Μα ο καπνός πάνω από την πυρά
δε μας αφήνει τη φωτιά να δούμε.
Ρώτα: κανένα δεν ξανάρχεται; Οδηγημένοι προς τα κάτω
απ’ το νήμα της στάθμης,
όχι στην κατεύθυνση του ουρανού, φέρνουμε
πράγματα στο φως που εντός τους κατοικεί εξόντωση
και η δύναμη
να διασκορπιστούμε. Όλα αυτά είναι μια απόδειξη
για το τίποτα και που κανένας δε ζήτησε.
Αν τη φωτιά ανάψεις εξ’ αρχής, παρουσιαζόμαστε αγνώριστοι,
μουντζουρωμένοι, μπρος στο λευκό σου πρόσωπο.
Κλάψε! Όμως μη μας γνέφεις.

(Ingeborg Bachmann, μετάφραση από τα Γερμανικά Γιώργος Καρτάκης)

βλ. ποιείν
http://www.poiein.gr/archives/11624/index.html

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Καμίλο Σμπάρμπαρο, "Σώπα ψυχή μου, κουράστηκες..."



Σώπα ψυχή μου, κουράστηκες πια ν’ απολαμβάνεις
και να υποφέρεις (και στα δυό τραβάς υποταγμένη).
Όσο κι αν σ’ αφουγκράζομαι, δεν ακούω καμιά φωνή
θρήνου, για την αξιολύπητη νιότη, καμιά
φωνή οργής ή ελπίδας,
ούτε καν πλήξης.
Κείτεσαι
σαν το κορμί, αποσβολωμένη, γεμάτη
απελπισμένη συγκατάβαση.

Δεν θα σαστίσουμε,
έτσι ψυχή μου, κι ας σταματήσει
η καρδιά κι ας μας κοπεί
η ανάσα…
Κι όμως πηγαίνουμε
αντάμα εσύ κι εγώ σαν υπνοβάτες.
Τα δέντρα εξακολουθούν να είναι δέντρα,
τα σπίτια να είναι σπίτια, οι γυναίκες
που μας προσπερνάν είναι γυναίκες.
Όλα είναι εκείνο που είναι,
μονάχα αυτό που είναι.

Η περιπέτεια της χαράς και του πόνου
δεν μας αγγίζει. Έχασε τη φωνή της
η σειρήνα του κόσμου κι ο κόσμος έγινε
μια μεγάλη έρημος.
Στην έρημο
κοιτάζω με μάτια στεγνά τον εαυτό μου

(μετάφραση απ' τα Ιταλικά Σωτήρης Παστάκας)

βλ. Ποιείν:
http://www.poiein.gr/archives/4923/index.html

Γιάννης Δάλλας, "ζωντανός χρόνος"


Ο λόγος έβγαινε απ΄ το στήθος μου μ΄ όλα τα αρώματα των στοχασμών
και με την θλίψη μιας γιορτής που έσβηνε τα μεσάνυχτα
θλίψη μιας ώρας με χιλιάδες άσπρα μάτια που κρεμάστηκε
στα κάγκελλα της νύχτας κι ο αρχάγγελος του ολέθρου να περνά
σ΄ όλες τις πόρτες και να στέκεται
στην κεντρική την πύλη μ΄ ένα στέν αμίλητος
εκεί που ασύλληπτη η ψυχή του χρόνου ανέβαινε
κι ακούστηκε η ανθρώπινη φωνή μιας τελευταίας πέρδικας
«Αγόρια
αγόρι μου
σ΄ έφερε η μνήμη όπως ο αγέρας
φέρνει το χνούδι απ΄ τα κυπαρισσόμηλα
σας είδα μέσα απ΄ τις βελόνες των κυπαρισσιών»

Δεν ήταν ο νεκρός ήταν ο ζωντανός χρόνος που ανέβαινε
κι άφηνε πίσω μας το βάρος του βήματα και χειρονομίες πριν απ΄ το φτερούγισμα
ανέβαινε μ΄ ένα κοπάδι κόκκινα πουλιά χτυπώντας στα αττικά βουνά
όπως οι αναμνήσεις στους ερμητικούς τοίχους μιας κάμαρας

Μ΄ ένα κοπάδι γεγονότα να τα κυνηγά ο τελευταίος πυροδότης της γιορτής
ο πυροδότης τόσων σκοτεινών διαδρομών
δάση από νύχτες κ΄ οι στιγμές πευκοβελόνες να τις διαπερνά ο ήλιος του ονείρου
κι αυτός να τερματίζει πριν απ΄ το ξημέρωμα
φωτίζοντας τα ελληνικά κορμιά μας θερισμένα στην αρένα μιας αυλής
με τέτοια λάφυρα
ο ζωντανός χρόνος ο πρωταθλητής

(Γιάννης Δάλλας, απ' την ποιητική συλλογή "Ζωντανός χρόνος" )

βλ. και http://www.yannisdallas.org/ydallas/site/Literature/t_docpage?doc=/Documents/Literary/Poems/zontanosxronos

Ηλίας Κεφάλας, "Ο μονόχειρ"


Μὲ τὸ ἐλλεῖπον χέρι πίνει τὸν καφέ του
ὁ μονόχειρας. Μὲ ἀπέριττες φασματικὲς
κινήσεις πιάνει τὸ φλυτζάνι
ἀνασηκώνει τὸ βλέμμα
ἐποπτεύει ἐνδοσκοπικὰ τὸν χῶρο.
Ἄψογος ἀπαλείφει κάθε αὐταπάτη
καὶ ἀμφιβολία τοῦ μικρόκοσμου.
Σὰν τὸν τυφλὸ ποὺ αἰχμαλωτίζει τοὺς καθρέφτες
ἀπρόσιτος συμπεριφέρεται
μὲ αὐτὸ τὸ μέλος-φάντασμα νὰ καταστρώνει
χτυπήματα στὴν καθημερινότητα
δηλώνοντας ταυτόχρονα παρὼν - ἀπὼν
σ’ ὅλα τὰ πεπραγμένα της.

______
(Hλίας Κεφάλας, Το δέντρο που έγνεθε τη βροχή και τραγουδούσε, Ροές, 2010)

βλ. και Ποιείν

http://www.poiein.gr/archives/11295/index.html

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010

Γιώργης Μανουσάκης, "Ταριχευτήριο πουλιών"

Ι

Φτεροῦγες ἀνοιχτές δίχως πέταγμα
ἀνήσυχες κινήσεις δίχως σάλεμα.
Ἀγκυλωμένα τά μέλη, ξεραμένα
τά βλέμματα. Ἀπʼ τά μισάνοιχτα
ράμφη στάζει βαριά ἡ σιωπή.

Πίσω ἀπʼ τή γυάλινη πόρτα
ἔχει παγώσει ὁ χρόνος.

Ποῦ πῆγε ἡ μουσική τόσων
κελαϊδημάτων; Τό θρόισμα τόσων φτερῶν;

Μάταιη τῶν χρωμάτων ἡ χλιδή
καί τό μελετημένο ζύγιασμα τῶν στάσεων.
Μʼ ὅλο τό στολισμό τοῦ προσωπείου
σʼ ἀναγνωρίζω, παντοκράτορ Θάνατε.

Ἐσύ ʼσαι ὁ συνθέτης τῆς ἀπόλυτης σιγῆς
ἐσύ ὁ γλύπτης τῆς πιό τέλειας ἀκινησίας.


(Γιώργης Μανουσάκης, Ταριχευτήριο πουλιῶν καί ἄλλα ποιήματα, Οἱ Ἐκδόσεις τῶν Φίλων,1978)


βλ. και Ποιείν
http://www.poiein.gr/archives/11481/index.html

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Γιάννης Σκληβανιώτης, 6 χαϊκού της "Φύσης"



Μάρτης. Κλωνάρι
γκαστρωμένο άνοιξη,
γεννάει άνθος.

_________

Κίτρινος ήλιος
κύκλος παιδιού σε χαρτί.
Αθωότητα.

__________

Θλίψη των νερών
κάθε γέρμα του ήλιου
στον ορίζοντα.



Ελιάς το ασήμι,
σ’ ανέμου το κάλεσμα
δέντρου στολίδι.

__________

Μαύρο κοράκι
σε στέγη χιονισμένη
πέλματα γράφει.

__________

Αν τα χρώματα
θες που έχει η νύχτα
κοίτα μέσα σου.

(Γιάννης Σκληβανιώτης, Εκατό και μια στιγμές, Αθήνα, 2010)

Γιώργος Αλισάνογλου, "Dust in the wind (ή η σκουριασμένη εφίδρωση του ελύτη)"


όταν ξύπνησα το πρωί
η σκουριά ήταν πιο έντονη
πάνω στην εξώπορτα-
το καφέ χρώμα της σκουριάς
σαν θλίψη-
ένα σκυλί με ασημένιο τρίχωμα (λυκόσκυλο το Σκουριοφάγο)
έγλυφε το κάτω μέρος της-
είναι δύσκολο να τελειώσεις με την σκουριά
όπου ζεις σκουριάζεις
οξειδώνεσαι ζωντανός/ σαν λεμόνι
το αυτί μου ιδρώνει οπωροφόρα σκουριά
σκονισμένη σκουριά (dust in the wind?/ rust in the wind)
στάζει στον λαιμό μου κυλάει στον ώμο μου/ ανεμίζεται-
χρυσίζει σκούρο κακό/ άφθαρτη σοφία
λέξεις σκουριάς σε αποσυνθεμένο χώμα

όπως: Α Γ Α Π Η____________________

βλασταίνει μέσα από εκθαμβωτικούς σκουριόκηπους
της πόλης
ποτίζει με τις όχθες της τα Δυτικά εργοστάσια
οι καμινάδες τους σκουριάζουν κι άλλο
ψηλώνουν ως εκεί που υφαίνεται ο ουρανός
όσο περισσότερη η αγάπη/ τόσο και αυξάνεται
η παραγωγή σκουριάς στους δρόμους (ενδοκρινική αγάπη)
και πιο βαθιά-
για να θυμάσαι ν’ αγαπάς/ οι αδένες της αγάπης
παράγουν κι άλλη σκουριά / σκουριά αγράμματη
παρθένα επένδυση του ύπνου-
τα όνειρα της σκουριάς/ παράτολμα εναρμονισμένα
οργασμικά όνειρα ξεβρασμένα με κάτουρο από εκ-σκουριώσεις
μες απ’ το πληντύριο του ύπνου-
ύπνος από σκουριά/ ρίσκο από σκουριά
ύπνος από ρίσκο/ σκουριά από σκουριά

σκουριά πλην όμως άνθρωπος/ σκουριάνθρωπος
η κοινωνική διαχείριση της σκουριάς ολισθαίνει
αρρωσταίνει/ αλλάζει χέρια/ διολισθαίνει
ευδόκιμη σκουριά-

ευ/ δοκιμή
στα ηλεκτροφόρα καλώδια
ψυχοσωματικών-νευροφυτικών κορμιών
μεταλλάσσεται ντιενεικά (με την διαδικασία της σκουρόλυσης)
μέσω επιμιξιακών διακλαδώσεων από γενιά σε γενιά
(η πολιτική διαχείριση της σκουριάς)

η γενιά της σκουριάς

σκουριασμένη γενιά

πίσω απ’ τα τείχη η σκουριά ξεχειλίζει απ’ την πόλη
μεταφέρεται αργά- σαν ξεραμένο αίμα σε άλλες πόλεις
οι πόλεις σκουριάζονται/ δοξάζονται/ αποθέωση της σκουριάς

εκείνος ο άντρας προχωράει/
πήγαινε να γίνει άντρας κι έγινε σκουριά
η τέχνη της σκουριάς/ αυτή είναι η ζωή

πισίνα χλωριωμένης σκουριάς
η άρθρωση αρθρώνεται/ πληγώνεται/
η άρθρωση σκουριώνεται/ διχάζεται/ εικάζεται
η άρθρωση/ ασθενεί/ εξασθενεί/ λείπει/ εκλείπει

το σώμα ανορθωμένο στην πισίνα
η αγάπη πλημμυρίζει απ’ το στόμα σκουριά (πάνω στο γυμνό στήθος του ποιητή)
ο ποιητής ίπταται/ με μάτια ανοιχτά σκουριασμένα

όλοι οι ποιητές σκουριά στα σύννεφα/ ανυψώθηκαν ηρωικά
όλοι οι νέο- έλληνες ποιητές ονομάζονται
Οδυσσέας Ελύτης-

(ελιτίστικη σκουριά)


__________

(Γιώργος Αλισάνογλου, Το παντζάρι και ο διάβολος, εκδ. Τυπωθήτω,2009)

Κώστας Ρεούσης, "Η δολοφονία μιας προδομένης παράδοσης"


ΕΛΑ
Με δύναμη ξεριζωμένης ψυχής
Σημάδεψε στον κρόταφο
Το επόμενο ποίημα
Χάραξε σκάλισε δείξε
ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΩΣ
Κατέβαζε καντήλια χριστούς
Παναγίες σταυρούς
ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΝΕ
Νʼ αναδυθεί
Η δική σου
Λατρεία γυμνή



βλ. http://www.poiein.gr/archives/11170/index.html#more-11170